събота, 9 ноември 2013 г.

Η εφηβεία είναι μια δύσκολη μετάβαση προς την αυτονομία και την σεξουαλικότητα Συνέντευξη της ψυχαναλύτριας και ψυχιάτρου Ντομινίκ Γκομπέρ

Το άρθρο πρωτοδημοσιέυτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό "Ψυχογραφήματα" http://psychografimata.com/

Συνέντευξη στη Ροζαλίνα Ντότσεβα
Μετάφραση: Μιχάλης Σιάτης, Κλινικός και Συμβουλευτικός Ψυχολόγος, MSc
Ροζαλίνα Ντότσεβα: Δρ. Γκομπέρ, είναι η εφηβεία περίοδος κρίσης;
Ντομινίκ Γκομπέρ: Θα ήταν καλύτερα αντί για «κρίση» να χρησιμοποιούσαμε το σύγχρονο όρο «διαδικασία», μιλάμε δηλαδή για την «διαδικασία της εφηβείας». Από την μια μεριά, αυτή είναι η περίοδος, που διαμορφώνεται και εγκαθιδρύεται η σεξουαλικότητα του ώριμου ατόμου. Από την άλλη (κι αυτό επίσης είναι πολύ σημαντικό), κατ’ αυτήν την περίοδο συντελείται η ψυχική επεξεργασία, η οποία θα επιτρέψει στον έφηβο να γίνει ενήλικας, να αποχωριστεί τους γονείς του και να ζήσει αυτόνομα. Γι’ αυτό το λόγο και η κρίση προσλαμβάνει και τις δύο πλευρές. Κάποτε, στις πρωτόγονες κοινωνίες, αυτό το στάδιο της μετάβασης από την παιδική στην ώριμη ηλικία, πραγματοποιούνταν μέσω των λεγόμενων «τελετών μύησης» – τόσο βίαιες, που κάποιες φορές κατέληγαν και σε θάνατο. Σήμερα, φυσικά, δεν υπάρχουν τέτοιου είδους τελετές, γι’ αυτό και η εφηβεία είναι η διαδικασία, η οποία επιτρέπει τον αποχωρισμό των παιδιών από τους γονείς τους και μέσω της οποίας εδραιώνεται η ώριμη σεξουαλικότητα.

Ρ.Ντ.: Η εφηβεία όμως θέτει σε δοκιμασία όχι μόνο τις σχέσεις με τους γονείς, αλλά και με τ’ αδέρφια μέσα σε μια οικογένεια. Για παράδειγμα, κάποιοι άνθρωποι δεν καταφέρνουν ποτέ να αποκοπούν και γίνονται αιχμάλωτοι των πιο μικρών αδερφών τους, κυρίως όταν οι δεύτεροι θεωρούνται από τον περίγυρο ως πιο επιτυχημένοι στη ζωή.
Ντ. Γκ.: Όπως γνωρίζετε, για μας τους ψυχαναλυτές, το κάθε περιστατικό είναι ξεχωριστό κι εγγράφεται μέσα στην προσωπική ιστορία του κάθε ανθρώπου. Μέσα στα πλαίσια της ιστορίας του ο άνθρωπος μπορεί να είναι έντονα συνδεδεμένος με κάποιο άλλο άτομο ή να του ασκεί πίεση και εξουσία (π.χ. αδερφός ή αδερφή) σε τέτοιο βαθμό που να του δημιουργεί προβλήματα. Εντούτοις τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε ένα ενδιαφέρον φαινόμενο μεταξύ των παιδιών που βρίσκονται στην λεγόμενη περίοδο της «προεφηβικής» ηλικίας και τα οποία έχουν μεγαλύτερα αδέρφια. Βλέποντας πως η διαδικασία της εφηβείας στα μεγαλύτερά τους αδέρφια είναι κάπως προβληματική, αυτά τα παιδιά προσπερνούν τα προβλήματά τους (ή εκείνα τα προβλήματα, τα οποία υποθέτουν πως θα έχουν να αντιμετωπίσουν σε σχέση με τους γονείς τους) και εκδηλώνουν μία παλινδρομική συμπεριφορά, δηλαδή προτιμούν να παραμείνουν στην παιδική ηλικία, διότι φοβούνται να μεγαλώσουν. Αυτό είναι κάτι,  το οποίο προβάλουν προκαταβολικά πάνω στα μεγαλύτερά τους αδέρφια.
Ρ.Ντ.: Έχετε αναφέρει πως οι κοινωνικές φοβίες είναι συχνό φαινόμενο μεταξύ των νέων Γάλλων. Τι σημαίνουν αυτές για σας;
Ντ.Γκ.: Οι κοινωνικές φοβίες παρουσιάζονται από την παιδική ηλικία, αλλά ενεργοποιούνται στην εφηβεία. Και φυσικά – όχι όλοι, αλλά κάποιοι ενήλικοι παραμένουν για πάντα αιχμάλωτοι της κοινωνικής φοβίας – δεν μπορούν να πάνε δουλειά, δεν μπορούν ν’ αφήσουν το οικογενειακό σπίτι. Παρ’ όλα αυτά, για μένα η κοινωνική φοβία είναι η αντίθετη πλευρά της διαδικασίας της εφηβείας. Γιατί; Θα σας θυμίσω τον ορισμό της εφηβείας, η οποία από τη μια πλευρά είναι η εγκατάσταση της ώριμης σεξουαλικότητας, κι από την άλλη, η δημιουργία απόστασης στις σχέσεις με τους γονείς, η μετάβαση στη θέση του ενήλικου ατόμου σε σχέση με τους τελευταίους. Επομένως, ο νέος ο οποίος δε βγαίνει από το σπίτι, ο οποίος κλείνεται στο σπίτι και ζει αποκλειστικά μέσα στον κόσμο των υπολογιστών και του διαδικτύου, αποφεύγει την πραγματοποίηση αυτών των δύο παραμέτρων της διαδικασίας. Δεν συναντά τον Άλλο μέσα στην πραγματικότητα, διότι τον συναντά μέσα στον εικονικό κόσμο. Εκτός από αυτό το μειονέκτημα, ο εικονικός κόσμος μπορεί να οδηγήσει σε μια πραγματική συνάντηση, η οποία να αποβεί επικίνδυνη. Σήμερα υπάρχουν πολλοί τέτοιοι έφηβοι, πιθανώς λόγω της ύπαρξης του εικονικού χώρου (κάτι, το οποίο δεν υπήρχε στο παρελθόν), αλλά λόγω και του ότι μέσω του διαδικτύου και του υπολογιστή οι νέοι δεν πλήττουν, δεν βαριούνται. Από την άλλη πάλι, είναι πολύ πιθανό και οι ίδιοι οι γονείς ν’ αντιμετωπίζουν δυσκολίες από το γεγονός της απομάκρυνσης του παιδιού από αυτούς. Και θα έλεγα, πως με συγκεκριμένο τρόπο και χωρίς να το συνειδητοποιούν, οι γονείς δεν ευνοούν το γεγονός, πως τη δεδομένη στιγμή ο έφηβος θα έπρεπε να αποκοπεί και να γίνει αυτόνομος.

Ρ.Ντ.: Θα μπορούσα παραφράζοντας να πω, πως η κοινωνική φοβία είναι «η μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου»;
Ντ.Γκ.: Θεωρώ πως γίνεται λόγος για απομόνωση και πως η μοναξιά είναι κάτι διαφορετικό. Εάν η μετάβαση στην εφηβεία συνδέεται και με την απόκτηση της ικανότητας ν’ αντέχεις κάποια δόση μοναξιάς, να την αντιμετωπίζεις, τότε η απομόνωση είναι το αντίθετο – να μην αντέχεις να αποχωριστείς του γονείς σου και να συναντήσεις τον Άλλο.

Ρ.Ντ.: Στη Γαλλία είναι πολύ επίκαιρο το θέμα για τα «χαρισματικά» παιδιά, ακόμη κι εγώ έχω γνωστούς μου, των οποίων τα παιδιά πέρασαν από τέτοιου είδους τεστ. Πιστεύω πως είναι κάποια μόδα, η οποία θα εξαπλωθεί και στη χώρα μας.
Ντ.Γκ.: Πρακτικά μιλώντας η χαρισματικότητα αντιστοιχεί σ’ ένα στατιστικό φαινόμενο, δηλαδή, περίπου 2 ή 5 % (τώρα δεν μπορώ να σας αναφέρω ακριβώς) του πληθυσμού είναι χαρισματικό. Είναι γεγονός, πως πολλά από τα προβλήματα των παιδιών σήμερα, εξηγούνται από το ότι είναι χαρισματικά. Παρόμοια εξήγηση προέρχεται από μία αντίθετη θέση, διότι παλαιότερα θεωρείτο, πως τα παιδιά που ήταν διαφορετικά από τα άλλα, ήταν καθυστερημένα. Ενώ σήμερα παρατηρείται η αντίθετη τάση – ότι δηλαδή τα παιδιά που διαφέρουν από τα υπόλοιπα είναι, αντιθέτως,  πολύ ευφυή. Προσωπικά πιστεύω, πως, αφού γίνεται λόγος για στατιστικό φαινόμενο, δεν θα μπορούσε να υπάρχουν περισσότερα χαρισματικά παιδιά σήμερα απ’ ότι πριν και πως βασικά οι γονείς σήμερα προσπαθούν να εξηγήσουν τις δυσκολίες των παιδιών τους μέσω του γεγονότος, πως είναι χαρισματικά. Κατά τ’ άλλα συμφωνώ απολύτως – υπάρχουν χαρισματικά παιδιά, τα οποία εκδηλώνουν ιδιαίτερα προβλήματα. Τέτοια παιδιά όμως πάντοτε έθεταν τέτοια προβλήματα, διότι στην πραγματικότητα είναι «πρόωρα» παιδιά, παιδιά τα οποία είναι πολύ μπροστά στην ανάπτυξή τους. Ωστόσο είναι μια μικρή μερίδα του πληθυσμού, σε αντίθεση με τους γονείς που πιστεύουν πως τα παιδιά τους είναι χαρισματικά. Κυκλοφορούν προσβάσιμες πληροφορίες στο διαδίκτυο και όταν κάποιο παιδί παρουσιάζει προβλήματα, αναμφισβήτητα είναι πιο εύκολο για το γονιό να θεωρήσει, πως το παιδί του είναι χαρισματικό, διότι αυτό είναι κάτι που έχει αξία, αξίζει. Πιστεύω, πως βασικά οι γονείς θέτουν το ερώτημα στον εαυτό τους ποια είναι η θέση τους σ’ αυτή την όλη κατάσταση, και λόγω του ότι αυτό τους ανησυχεί, προτιμούν πρώτα να ελέγξουν μήπως και το παιδί τους είναι πιο έξυπνο από τα άλλα.

Ρ.Ντ.: Πότε συμβουλεύετε τους γονείς να επισκεφτούν κάποιο ψυχαναλυτή;
Ντ.Γκ.: Συνήθως οι γονείς αποτίνονται σε κάποιον ειδικό όταν πλέον είναι ανήμποροι ν’ αντιμετωπίσουν τον έφηβό τους και να διαχειριστούν τα προβλήματά του. Αλλά καμιά φορά συμβαίνει ο νέος να κλειστεί στον εαυτό του και να μην συζητά με τους γονείς του. Αυτό είναι επίσης ανησυχητικό σημάδι, για το οποίο χρειάζεται προσεκτική αντιμετώπιση και επίσκεψη σε ειδικό. Διότι, η παθολογία δεν έχει μόνο εξωτερικές, φανερές, που χτυπούν στο μάτι, «εκρηκτικές» πλευρές, αλλά μπορεί να εκδηλωθεί και με μία απόσυρση στον εαυτό, με απομόνωση, με έλλειψη λέξεων – σημάδια, στα οποία ο γονιός έπεται να δείξει εγρήγορση. Από την άλλη μεριά, οι ειδικοί πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί με τις διαγνώσεις που βάζουν. Για παράδειγμα, η στατιστική για εκείνο που ονομάζουμε «ψύχωση με αρχή την εφηβεία» μας δείχνει, πως δεν καταλήγουν όλες οι ψυχώσεις αναγκαστικά σε χρόνιες ψυχικές ασθένειες: το 1/3 από αυτές θα εξελιχτούν σε ψύχωση, το άλλο 1/3 από αυτές θα κινούνται με περιοδικές υποτροπές, και το άλλο 1/3 θα θεραπευθούν.
_____________________________________________

 Βιογραφικό

Η Ντομινίκ Γκομπέρ είναι ψυχίατρος και ψυχαναλύτρια, ειδική στα προβλήματα της εφηβείας. Είναι ιατρική διευθύντρια στην Ημερήσια Κλινική για Εφήβους Βιλ Ντ’ Αβρέ, όπου δέχονται νέους από 13 μέχρι 20 ετών. Οι νέοι αυτοί, είναι με διαφορετικές διαγνώσεις, αλλά όλοι έχουν ένα κοινό στοιχείο – οι ψυχικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, τους εμποδίζουν να φοιτούν σε κανονικά σχολεία. Γι’ αυτό το λόγο, στους νέους που επισκέπτονται την Βιλ Ντ’ Αβρέ, παρέχονται υπηρεσίες όπως εξατομικευμένη μορφή διδασκαλίας, έτσι και εξειδικευμένη θεραπευτική φροντίδα, αφού η κλινική λειτουργεί κάτω από το σήμα της ψυχανάλυσης. Η συζήτηση αυτή, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο της επίσκεψής της στη Βουλγαρία, όπου η ίδια συμμέτειχε στο διήμερο γαλλο-βουλγαρικό ψυχαναλυτικό φόρουμ στην Βάρνα, έχει δημοσιευτεί στο εβδομαδιαίο περιοδικό «Τα πάντα για την γυναίκα».

Няма коментари:

Публикуване на коментар